Παρασκευή 18 Ιουλίου 2014

Fondazione Querini Stampalia by Carlo Scarpa.
To ίδρυμα Querini ανήκει στην οικογένεια Quirini (όπως αναφέρεται στα ελληνικά κείμενα) στην οποία περιήλθε η Αστυπάλαια (Stampalia) κατά την περίοδο της ενετοκρατίας .
Μετά το 1204 περιήλθε στους Βενετούς και κυρίως στην οικογένεια Quirini - με εξαίρεση ένα μικρό διάστημα κατά το οποίο ανήκε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία (1269-1310).
Την Αστυπάλαια αναλαμβάνει ο Τζιοβάνι Κουιρίνη (Giovanni I Quirini) όπου οχυρώνει την αρχαία ακρόπολη του νησιού.
Το 1269 το βυζάντιο ανακαταλαμβάνει τα νησιά ανάμεσα στου και την Αστυπάλαια. Το 1310 όμως η Αστυπάλαια ξαναπέφτει στα χέρια των βενετών από τον Giovanni III Quirini. Ακολουθούν τουρκομάνοι πειρατές που μετά την κατάληψη τους δημιουργούν αφόρητες συνθήκες διαβίωσης για του κατοίκους, αναγκάζοντάς τους να μεταναστεύσουν και να αφήσουν έρημο το νησί. Το 1413 ο διορισμένος από την Βενετία διοικητής Τήνου και Μυκόνου Giovanni IV Zanachi Quirini χτίζει το κάστρο της Αστυπάλαιας όπως το γνωρίζουμε σήμερα, μεταφέρει εποίκους από Τήνο και Μύκονο αξιοποιώντας έτσι το φέουδο των προγόνων του. Μετονόμασε το νησί σε Αστυνέα και τοποθέτησε μαρμάρινη εντοιχισμένη πλάκα με επιγραφή και το οικόσημο του όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.
Οι Quirini έμειναν κύριοι του νησιού μέχρι το 1537, όταν κατακτήθηκε από τους Τούρκους.

Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012

"Αρχιτεκτονική - Πολεοδομική πρόταση για την συνολική ΑΝΑΠΛΑΣΗ του ιστορικού κέντρου της Αθήνας"



                                                                                                            Αθήνα, 20 Νοεμβρίου 2012.


Εισήγηση  Διονυσίου και Ανδρέα Διγενή
Αρχιτέκτονες – Πολεοδόμοι


Θέμα: "Αρχιτεκτονική - Πολεοδομική πρόταση για την συνολική
        ΑΝΑΠΛΑΣΗ του ιστορικού κέντρου της Αθήνας".

ΕΙΣΑΓΩΓΗ:
Είναι γνωστά και έχουν επανειλημμένα καταγραφεί τα προβλήματα του ιστορικού κέντρου της Αθήνας, που ένας καταρχήν προσδιορισμός θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν περιοχή παρέμβασης το γνωστό ΤΡΙΓΩΝΟ που καθορίζεται από την οδό Πειραιώς – Ερμού – και Σταδίου με κορυφές την πλατεία Ομονοίας – Συντάγματος και Κεραμικό – από τον πρώτο σχεδιασμό των Κλεάνθη – Schaubert. Σ’ αυτό τον καταρχήν προσδιορισμό εκτάσεως 72 στρεμμάτων περίπου  (72.000,00τ.μ.) θα καθοριστούν οι επιμέρους ενότητες και περιοχές πολεοδομικής παρέμβασης.
Βασικός στόχος της παρέμβασης είναι, με τη γειτνίαση των εξίσου σημαντικών εμπορικών περιοχών της πόλης όπως Μοναστηράκι, Πλάκα, Ψυρρή, να εξελιχθεί η Αθήνα σε κέντρο διεθνούς προβολής, παρεμβαίνοντας με μια συνολική πολεοδομική και αρχιτεκτονική ανάπλαση του σημερινού οικιστικού ιστού, έτσι ώστε κάθε αλλαγή να είναι μέρος ενός συνόλου με λειτουργική ενότητα και ιστορία.
Η "ιστορική προσέγγιση" ,θα αποτελέσει το βασικό ΕΡΓΑΛΕΙΟ ανάγνωσης της υπάρχουσας κατάστασης ,στο γενικότερο σχεδιασμό ,στοχεύοντας στην εναρμόνιση της ιστορικής διαστρωμάτωσης των κτιρίων , από της αρχές του 20ου αιώνα έως σήμερα,  καθορίζοντας  έτσι την νέα εικόνα του κέντρου της πόλης.
Βασική αρχή είναι η επανάχρηση  κτιρίων που ανήκουν σε διαφορετικές εποχές και καλούνται σήμερα να λειτουργήσουν καταλυτικά στην νέα εικόνα της πόλης, επομένως απαιτείται  στην φάση της ανάλυσης η κατηγοριοποίηση και η ταξινόμηση αυτών ανάλογα με την αξιολόγησή τους.
Από την άναρχη ανάπτυξη της δεκαετίας '50 και '60 , χωρίς πολεοδομικό σχέδιο οργάνωσης και λειτουργίας της πόλης, η αντιπαροχή εξελίχθηκε σε ένα καταστροφικό εργαλείο, που κατακερμάτισε την ιστορική διαστρωμάτωση του ιστορικού κέντρου της Αθήνας.
Η παρακμιακή εικόνα που έχει διαμορφωθεί σήμερα, λόγω έλλειψης πολεοδομικού σχεδιασμού και σε συνδυασμό με τις σημερινές χρήσεις που έχουν διαμορφωθεί με τη δημιουργία νέων κτηρίων ,στη θέση παλαιών ,είχε ως αποτέλεσμα το κέντρο της Αθήνας να απωλέσει τον ιστορικό χαρακτήρα του, παρασύροντας σε υποβάθμιση σχεδόν το σύνολο της πόλης, π.χ. το μεγαλύτερο μέρος  των χρήσεων αφορά  αποθήκες, βιοτεχνίες & λιανικό εμπόριο, περιορίζοντας και αλλοιώνοντας τον αρχικό χαρακτήρα της περιοχής, που ήταν μικτός.
Συνέπεια της υποβάθμισης αυτής , σταδιακά ,ήταν η εγκατάλειψη των ορόφων στα νέα πολυώροφα και ακαλαίσθητα κτίρια που οικοδομήθηκαν κυρίως την δεκαετία '70 με την περίφημη "Προσαύξηση Παττακού". Το αποτέλεσμα της υποβάθμισης αυτής ήταν η δημιουργία πληθώρας κοινωνικών φαινομένων ,όπως η ερήμωση τις βραδινές ώρες και η κατάληψη της περιοχής από λαθρομετανάστες, που ασχολούνται με πλήθος παράνομες και παραβατικές δραστηριότητες.

Η αρχιτεκτονική, λειτουργική και αισθητική  αναβάθμιση της περιοχής θα συμβάλει αποφασιστικά στη δημιουργία ΝΕΑΣ εικόνας της πόλης. Βασικό στοιχείο που πρέπει ν’ αναδειχθεί είναι η "αρχιτεκτονική κληρονομιά" δηλαδή να καθοριστεί ένα πλήρες δίκτυο διατηρητέων κτηρίων, ορίζοντας τα κριτήρια αποκατάστασής και επανάχρησης τους, προσθέτοντας κίνητρα οικονομικά και πολεοδομικά (χρήσεις – εκμεταλλεύσεις).
 Η δομή και οργάνωση της περιοχής θα χαρακτηριστεί με την ανάμειξη χρήσεων κατοικίας – εργασίας – πολιτισμού και υπηρεσίες προηγμένου τριτογενή τομέα, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η ζωντάνια και η δραστηριότητα καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.
Η ανάδειξη και αναβάθμιση του ιστορικού κέντρου θα συμβάλει αποφασιστικά στον περιορισμό της αλόγιστης οικοδόμησης της περιφέρειας και στον αντίστοιχο περιορισμό της κυκλοφορίας των αυτοκινήτων. Έτσι θα λειτουργήσουν αποφασιστικά και τα μέσα μαζικής μεταφοράς (μετρό, προαστιακός, κλπ) προς όφελος της κυκλοφορίας και της προστασίας του περιβάλλοντος.

  
       Ιστορικοί χάρτες Αθήνας Κλεάνθη-Schaubert

ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΗΣ:
Η αξιοποίηση του κέντρου πρέπει να γίνει με "πολεοδομικά εργαλεία" καταγραφής και σχεδιασμού της πόλης ,ώστε να λειτουργεί ως ένα οικονομικά  παραγωγικό σύνολο, που θα ανταποκρίνεται στις σύγχρονες απαιτήσεις της εποχής μας.
Το βασικό σκεπτικό της παραπάνω διαδικασίας θα καθορίζεται από οικοδομικά και κοινωνικά κριτήρια, όπως π.χ. είναι η τυχόν διατήρηση παραδοσιακών χρήσεων ή την δημιουργία ΝΕΩΝ που θ’ αναδεικνύουν συγχρόνως και τον οικοδομικό πλούτο.
Η  διαδικασία αυτή, θα οδηγήσει στο διαχωρισμό των αξιόλογων (μνημείων) έτσι ώστε να λειτουργήσουν ως τοπόσημα σ’ όλη την περιοχή. Τα υπόλοιπα κτήρια, που θα είναι διατηρητέα αλλά δεν είναι μνημεία, θα λειτουργήσουν ως συνδετικός κρίκος για την ιστορική "συρραφή" του πολεοδομικού ιστού της όλης περιοχής και θ’ αναδειχθούν χρησιμοποιώντας πολεοδομικά εργαλεία όπως:

       Η δημιουργία ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων που θα προκύψουν από κατεδαφίσεις.
       Την αύξηση ,κατά περίπτωση, του ΣΔ για την ανάδειξη και αξιοποίηση διατηρητέων κτιρίων σε συνδυασμό με υφιστάμενα κτίρια ώστε να αποτελούν ενιαία μέτωπα .
       Την δημιουργία και την μόρφωση στοών έτσι ώστε να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι ενός ολοκληρωμένου συστήματος συνεχόμενης ροής για τον πεζό.
       Δημιουργία υποδομών και κινήτρων  για την χωροθέτηση γενικότερα υπηρεσιών προηγμένου τριτογενή τομέα.
       Υποδομές και κίνητρα για την επιστροφή της κατοικίας στο κέντρο , με παρεμβάσεις οργάνωσης και σχεδιασμού του ευρύτερου κοινόχρηστου αστικού χώρου αναδεικνύοντας της ιδιομορφίες και ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής.


Για όλα αυτά είναι απαραίτητη η "χαρτογράφηση" της υφιστάμενης κατάστασης του Ιστορικού Κέντρου σε συνδυασμό με όλο τον Δήμο Αθηναίων ,ώστε να είναι σε άμεση σχέση και αλληλεπίδραση με το κέντρο της πόλης χωρίς να διατρέχει τον κίνδυνο της γκετοποίησης .



Η παραπάνω διαδικασία επιβάλλεται σύμφωνα με διεθνείς συμβάσεις που έχουν ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο, όπως είναι:

- Συνθήκη της Γρανάδας
- Χάρτα της Βενετίας

δεδομένου ότι στην περιοχή υπάρχει μεγάλη ποικιλία και πλούτος αρχιτεκτονικών ρυθμών, που θα καθορίσουν τους στόχους, το πλαίσιο και τις κατευθύνσεις , που θέλει να δώσει η πολιτεία στην γενικότερη αναβάθμιση του ιστορικού κέντρου της Αθήνας .

Η παρέμβαση πρέπει να είναι ΑΜΕΣΗ , με την συνεχή και παράλληλη λειτουργία της πόλης, με παρεμβάσεις κατά προτεραιότητα , που θα διέπονται από τις βασικές αρχές του "ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ" ,έτσι ώστε η πόλη να λειτουργεί ως ένα "ανοιχτό σύστημα" που επαναπροσδιορίζεται  σύμφωνα με τις ανάγκες και απαιτήσεις της εποχής , με εργαλείο την επανάχρηση και την συνεχή χαρτογράφηση της ανάπτυξής της ώστε να αποτυπώνονται και οι νέες τάσεις που θα δημιουργούνται.
Με αυτόν τον τρόπο εκτός από την αξιοποίηση θεμελιώνονται  οι βάσεις για την δημιουργία "κουλτούρας ανάκτησης"  του πολεοδομικού ιστού ως προϊόν της ευρωπαϊκής αστικής διανόησης και μετεξέλιξη της βιομηχανικής εποχής.

  Για κοινωνικούς λόγους και γενικότερα για την προστασία της εθνικής κληρονομιάς, η ανάπλαση είναι επιβεβλημένη. Όμως επιβάλλεται και για οικονομικούς λόγους, αφού μ’ αυτή τη διαδικασία μπορούν να αντληθούν πόροι από το ΕΣΠΑ και άλλα προγράμματα χρηματοδότησης και πρωτοβουλίες, καθώς η ανάπλαση του νέου αναβαθμισμένου κέντρου θα συμβάλλει στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Η προτεινόμενη ανάπτυξη θ’ ακολουθήσει ανάλογα ΔΙΕΘΝΗ  παραδείγματα όπως, η ανάπτυξη της περιοχής FORUM στη Βαρκελώνη μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες του 1992, τα London Docklands , η περιοχή της Bicocca στο Μιλάνο με τις παλιές εγκαταστάσεις της Pirelli, η συνολική πολεοδομική ανασυγκρότηση της πόλης του Torino και άλλα πολλά παραδείγματα ,όπου με την μέθοδο της ανάπλασης οι περιοχές ξαναβρίσκουν την παλιά δομή και λειτουργία τους (κατοικία και εργασία).
Σε μία τέτοια διαδικασία σημαντικό ρόλο θα παίζει το ιδιοκτησιακό καθεστώς της περιοχής για το οποίο είναι προφανές ότι θα χρησιμοποιηθούν ιδιαίτερα κίνητρα, πολεοδομικά – οικονομικά (δάνεια, χρήσεις, κάλυψη, Σ.Δ.) ώστε η όποια πρόταση ανάδειξης από την πολιτεία να γίνει συμφέρουσα και ελκυστική για τον ιδιώτη.


ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ:
Για την υλοποίηση του παραπάνω project ο Δήμος με δική του πρωτοβουλία , μπορεί άμεσα να προχωρήσει στην ανασυγκρότηση του Ιστορικού Τριγώνου ,αξιοποιώντας τα κεφάλαια του ΕΣΠΑ .

Ο καθορισμός του "περιεχομένου" ,της ανάκτησης και αναδιοργάνωση του ιστορικού τριγώνου, θα ορίζει με σαφήνεια τη βασική αρχή που θα είναι της ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΗΣ του οικιστικού πλούτου της περιοχής, που στοχεύει στην αλλαγή της χρήσης και της εικόνας της πόλης έτσι ώστε ν’ αναδειχθούν οι ιδιαιτερότητες περιοχών και κτηρίων.
Η νέα οργάνωση και χρήση της πόλης δια μέσου της επανάχρησης μπορεί να επιτευχθεί κατ’ αρχάς με:

  1. Εντοπισμό αξιόλογων κτηρίων, που μπορούν να χαρακτηριστούν ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΑ.
  2. Την αισθητική αναβάθμιση των υπολοίπων.
  3. Εξοικονόμηση ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων πρασίνου και σύνδεση μεταξύ τους με ενιαίο συνεχόμενο δίκτυο πεζόδρομων.
  4. Εφαρμογή κινήτρων με πολεοδομικά κριτήρια (αύξηση ή μείωση του Σ.Δ.).
  5. Ανέγερση ΝΕΩΝ κτηρίων σε περιοχές που θα προκύψουν από κατεδαφίσεις.
  6. Συλλογή και αξιολόγηση υφιστάμενων μελετών δήμου Αθηναίων.
  7. Πρόταση μηχανισμών και μοντέλων αξιοποίησης.

Η μεγάλη ευκαιρία για μια νέα εικόνα της πόλης.
Ευκαιρία αποτελεί η αξιοποίηση της Ιδιωτικής Ακίνητης Περιουσίας του Δημοσίου για παρεμβάσεις "μεγάλης κλίμακας" που θα καθορίσουν την ΝΕΑ ΕΙΚΟΝΑ της Αθήνας και την σχέση της πόλης με το θαλάσσιο μέτωπο, που για πρώτη φορά τέθηκε με την πολεοδομική του διάσταση από τον αλησμόνητο αρχιτέκτονα Γιώργο Κανδύλη.
Τα ακίνητα προς αξιοποίηση κατά μήκος του Φαληρικού Μετώπου είναι εκτάσεις μεγάλες αποσυνδεδεμένες και απομονωμένες από τον πολεοδομικό ιστό ,όπως η περιοχή του πρώην αεροδρομίου (Ελληνικό) και  η περιοχή του Φαληρικού Όρμου η οποία προέκυψε από προσχώσεις την δεκαετία του '70 , δημιουργώντας μία απομονωμένη έκταση περίπου 700 στρεμμάτων ,μεταξύ του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας και της Μαρίνας Φλοίσβου, όπου σε ένα μέρος της έκτασης αυτής χωροθετήθηκαν οι Ολυμπιακές Εγκαταστάσεις για τους αγώνες του 2004.
Το κοινό στοιχείο των δύο αυτών περιοχών είναι η μεγάλη κλίμακα των εκτάσεων και η δυνατότητα σύνδεσης με την πόλη ως αναπόσπαστα τμήματα του Θαλασσίου Μετώπου . Σημαντικό εργαλείο για την αξιοποίησή τους είναι ο "χωροταξικός σχεδιασμός" για την οργάνωση και την ογκοπλαστική διαμόρφωση της ευρύτερης περιοχής  που θα καθορίσει την "ΝΕΑ ΕΙΚΟΝΑ" ως λειτουργική ενότητα της πόλης .
Η έκταση του Φαληρικού Όρμου αποτελείται από τέσσερις ενότητες ,στις δύο από αυτές έχουν προγραμματιστεί δύο σημαντικά έργα, η Εθνική Λυρική Σκηνή και Εθνική Βιβλιοθήκη καθώς και το Οικολογικό Πάρκο, ο σχεδιασμός του οποίου επιλύει την σύνδεση της πόλης με το παράκτιο μέτωπο, αυξάνοντας υψομετρικά την στάθμη εδάφους με τεχνητές φυτεύσεις στο σημείο της παραλιακής λεωφόρου ,διεισδύοντας στον ιστό της πόλης .
Τα δύο αυτά έργα είναι σημαντικά για την εξέλιξη της περιοχής καθώς σε συνδυασμό και με την προγραμματισμένη αξιοποίηση των δύο ενοτήτων που περιλαμβάνουν τις Ολυμπιακές Εγκαταστάσεις ,θα καθορίσουν την ΝΕΑ ΕΙΚΟΝΑ του Φαληρικού Όρμου και την αφετηρία για την ΣΥΝΟΛΙΚΗ διαμόρφωση του Θαλασσίου Μετώπου ως "αναπόσπαστο τμήμα της πόλης" αναδεικνύοντας την ιστορική σχέση της Αθήνας με την Θάλασσα.
Οι δύο ενότητες μεταξύ του Οικολογικού Πάρκου και της Μαρίνας Φλοίσβου είναι περίπου 500 στρέμματα και περιλαμβάνει μαρίνα με χερσαίο χώρο περίπου 93 στρεμμάτων, χωρητικότητας 400 σκαφών, ενώ στην υπόλοιπη έκταση 415 στρεμμάτων περίπου βρίσκονται οι εγκαταστάσεις Beach Volley και Taekwondo.
Η αξιοποίηση της περιοχής αυτής ,λόγω της κεντροβαρικής θέσης που βρίσκεται, είναι ο "συνδετικός κρίκος" των έργων του Ιδρύματος Νιάρχου με τον πολεοδομικό ιστό δημιουργώντας έναν νέο "αστικό καμβά" ,ο σχεδιασμός του οποίου θα καθορίσει την περιοχή του Φαληρικού Όρμου ως μία λειτουργική ενότητα της πόλης.
Οι περιοχές του Φαληρικού Όρμου και Ελληνικού (πρώην αεροδρόμιο) είναι οργανικά μέρη του Θαλασσίου Μετώπου της Αθήνας και η αξιοποίησή τους δεν πρέπει να περιοριστεί μόνο στις εκτάσεις αυτές ,αλλιώς θα μετατραπούν σε σημειακές παρεμβάσεις. Είναι μέρος ενός συνόλου που η αξιοποίησή του θα καθοριστεί από την σύνδεση της παράκτιας ζώνης με το Ιστορικό Τρίγωνο και την ανάπλαση της οδού Πειραιώς , με συνεχή πεζόδρομο και ποδηλατόδρομο, ως συνδετικό άξονα του ιστορικού κέντρου της πόλης με την παράκτια ζώνη, καθορίζοντας την πολιτισμικά ιστορική σχέση της Αθήνας με την Θάλασσα.
Αυτές οι παρεμβάσεις αποτελούν την ραχοκοκαλιά της υποδομής σε ένα σύστημα που δημιουργεί συνοδευτικά φαινόμενα ανάπτυξης και εξέλιξης της πόλης.
Οι αξιοποιήσεις της Ακίνητης Περιουσίας του Δημοσίου για να αποδώσουν και κυρίως να έχουν μία δυναμική αναβάθμισης της πόλης θα πρέπει ο πολεοδομικός σχεδιασμός να γίνεται με θεσμοθετημένες χωροταξικές μελέτες ώστε "ο σχεδιασμός να προηγείται" και να καθορίζει την οργάνωση του αστικού χώρου εξασφαλίζοντας την εικόνα και τον μνημειακό χαρακτήρα της πόλης ως εξέλιξη της συλλογικότητας που καθορίζει την ταυτότητα της κοινωνίας και την σχέση της με την ιστορία.
Βασική προϋπόθεση για να λειτουργήσει ένας τέτοιος σχεδιασμός είναι η παραχώρηση του ΣΥΝΟΛΟΥ της έκτασης του θαλασσίου μετώπου στο ΤΑΙΠΕΔ χωρίς δικαίωμα διαχείρισης από τους φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης ή αθλητικών σωματείων έτσι ώστε να απελευθερωθεί η δυνατότητα σχεδιασμού και συγχρόνως να δοθεί η δυνατότητα αξιοποίησης σε ιδιωτικούς φορείς.
Κάθε παρέμβαση φορέων του στενού ή ευρύτερου δημόσιου τομέα μόνο εμπόδιο μπορεί να δημιουργήσει στο σχεδιασμό και γενικότερα στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής η οποία λόγω θέσεως μπορεί να προσφέρει σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

Η εμπειρία της Βαρκελώνης.


Το 1992 άνοιγε η Βαρκελώνη τις πόρτες τις στην διεθνή κοινότητα με την πόλη ριζικά αναβαθμισμένη. Ένα θαύμα το οποίο βασίστηκε στην αποφασιστικότητα του τότε τριανταπεντάχρονου Josep Acebillo, ο οποίος με ριζικές αλλαγές στον πολεοδομικό ιστό δημιούργησε τις προϋποθέσεις παρέμβασης για την ανάδειξη της πόλης. Έτσι με βασικό εργαλείο την διαδικασία του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού και το κύρος καταξιωμένων αρχιτεκτόνων ,έδωσε το παρόν ,για την ανασυγκρότηση της πόλης ,όλη η αφρόκρεμα της διεθνούς αρχιτεκτονικής όπως ,ο Vittorio Gregotti για το Ολυμπιακό στάδιο ,ο Norman Foster για τον πύργο τηλεπικοινωνιών, ο Richard Meier με το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και άλλοι πολλοί. Το αποτέλεσμα  μέσα από αυτήν την διαδικασία ήταν να αλλάξει η εικόνα της Βαρκελώνης και να αναδειχθεί η σύγχρονη ισπανική αρχιτεκτονική ,με τα πλέον  σήμερα γνωστά ονόματα, όπως αυτό του του Oriol Bohigas , Elias Torres, Santiago Calatrava, Rafael Moneo , είναι ελάχιστοι από τους Ισπανούς αρχιτέκτονες που πρωτοστατούν , σήμερα διεθνώς .Τελικά πιστεύω πώς δεν υπάρχει διαφορά ξένου και Έλληνα αρχιτέκτονα, η διαφορά είναι μεταξύ καλής και κακής αρχιτεκτονικής και σήμερα είναι ,μοναδική ευκαιρία για να γίνει γνωστή η σύγχρονη Ελληνική αρχιτεκτονική σε μία μοναδική πρόκληση αλλαγής της  εικόνας των Ελληνικών πόλεων προσδιδοντάς τους σύγχρονο πρόσωπο και εικόνα σύμφωνα με τις διεθνείς εμπειρίες και ρεύματα αρχιτεκτονικής.


*Ο Ανδρέας Διγενής είναι αρχιτέκτονας και το 2000 μαζί με τον Σάκη Διγενή και τον Vittorio Gregotti κερδίσανε τον διεθνή διαγω-νισμό για την ανάκτηση και ανάπλαση του Φαληρικού Μετώπου ,που λόγω γραφειοκρατικών και πολιτικών αγκυλώσεων δεν υλοποι-ήθηκε ενώ το Master Plan εγκρίθηκε .

Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011

Από άρθρο στην Καθημερινη στο φύλλο της 6-12-2009

Η ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Καθημερινή 6-12-2009
Ο ορισμός της πλατείας δημιουργείται στην Ελλάδα την κλασσική εποχή, ως αστικός κοινόχρηστος χώρος συνάθροισης κοινού, αποτέλεσμα πολεοδομικού σχεδιασμού και της Ιπποδάμιας χωροταξίας, έτσι στην ελληνική και ρωμαϊκή αγορά ενώ η τυπολογία είναι η ίδια,  έχει σημαντικές διαφορές ως προς τις χρήσεις των κτιρίων που την περιβάλλουν. Την περίοδο του Βυζαντίου , η πόλη εγκαταλείπει τα κλασσικά και ρωμαϊκά πρότυπα καθώς χαρακτηρίζεται από μία ποιο συμπαγή δομή και οργάνωση .
Η εξέλιξη της πλατείας επηρεάζεται από την δομή της πόλης, έτσι τον Μεσαίωνα είναι ο ελεύθερος χώρος που προκύπτει από οικιστικά σύνολα πολεοδομικού χαρακτήρα όπου οι πόλεις , είναι κυρίως διεθνείς αγορές στις οποίες όλες οι συναλλαγές γινόντουσαν  στις πλατείες.
Από αυτήν την περίοδο και μετά ,παράλληλα με την εμπορική και οικονομική ακμή των πόλεων , εξελίσσεται η πολεοδομία ,ο σχεδιασμός των πόλεων και των πλατειών που ιδιαίτερα την αναγέννηση αποκτούν μεγαλοπρεπή χαρακτήρα .Σε αυτήν την εξέλιξη δεν πρέπει να παραλείψουμε τις πρώτες πολεοδομικές ουτοπίες με τα "σχέδια των ιδανικών πόλεων" (città ideale) όπως η Sforzinda του Filarete όπου η πλατεία ορίζεται ,κυρίως από την αναγέννηση και μετά, ως αστικό σαλόνι (salotto urbano) και εξελίσσεται  παράλληλα με την ανάπτυξη της αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής τέχνης , με αποτέλεσμα ο ελεύθερος αστικός χώρος να αναπτυχθεί μέσα από πληθώρα τυπολογιών πέρα από την κλασσική έννοια της πλατείας σε ολόκληρη την Ευρώπη, αντιπροσωπευτικό δείγμα της εξέλιξης αυτής είναι η Piazza Navona στην Ρώμη.
Την ίδια περίοδο στην Ελλάδα οι πόλεις έχουν κυρίως αγροτικό χαρακτήρα και οι πλατείες είναι οι χώροι συναλλαγής , συνάντησης των πολιτών και αυτός είναι ο χαρακτήρας που κυρίως έχει διατηρηθεί μέχρι σήμερα ο οποίος είναι περισσότερο παραδοσιακός παρά αστικός   .
Στις αρχές του ‘800 ,με την ίδρυση της Αθήνας ως πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, παρουσιάζονται τα πρώτα πολεοδομικά σχέδια των Κλεάνθη-Schaubert(1833) και  L.von Klenze(1834) όπου οι πλατείες Συντάγματος-Ομονοίας και Κεραμικού , που δεν υλοποιήθηκε ποτέ, καθορίζουν τον χαρακτήρα του πολεοδομικού σχεδιασμού της Αθήνας που γνωρίζουμε σήμερα ως ιστορικό τρίγωνο. Με εμφανείς τις επιρροές από την Ευρώπη οι πλατείες έχουν για πρώτη φορά αστικό χαρακτήρα ,δυστυχώς όμως μετά τον μεσοπόλεμο  σταδιακά , ο χαρακτήρας αυτός χάθηκε αλλοιώνοντας σημαντικά την εικόνα τους.
Ένας από τους ελεύθερους αστικούς χώρους που έχουν διαμορφωθεί σήμερα είναι η πλατεία Κοτζιά ,ο συνδυασμός της ιστορικής διαστρωμάτωσης των κτιρίων που διασώζεται και η μεγάλη κλίμακα της πλατείας αποτελούν την ιδιαιτερότητα του αστικού της χαρακτήρα.
Το αρχιτεκτονικό μέτωπο των όψεων που περιβάλλουν την πλατεία αποτελείται κυρίως από κτίρια που δημιουργήθηκαν στις αρχές του περασμένου αιώνα και τις δεκαετίας του '50 , σε συνδυασμό με το κτίριο της Εθνικής Τράπεζας την κατατάσσουν ως ,την μόνη πλατεία με παρέμβαση διεθνούς αρχιτεκτονικής , χαρακτηριστικό δείγμα του Ιταλοελβετού αρχιτέκτονα Mario Botta. Βέβαια ο αστικός εξοπλισμός , τα κτίρια που δεν έχουν αποκατασταθεί σε συνδυασμό με τους ακάλυπτους χώρους  των πολυκατοικιών υποβαθμίζουν  το αρχιτεκτονικό της ύφος.
Για τον λόγω αυτό πιστεύω πως το στοίχημα σήμερα για την νεοελληνική αρχιτεκτονική είναι η ανάκτηση της πλατείας μέσα από έναν διεθνή χαρακτήρα και εικόνα που πρέπει να αποκτήσει η πόλη .

          Ανδρέας Διγενής
            αρχιτέκτονας       
                                                                                    


Piazza San Pietro, il colonnato del Bernini Via della Conciliazione con il rione di Borgo viste dalla Basilica di San Pietro

Piazza San Pietro vista da Giovanni Battista Piranesi (1748).